«Εύρον εν τοις τύμβοις άπειρον θησαυρόν αρχαιολογικών αντικειμένων εκ καθαρού χρυσού. Ο θησαυρός ούτος αρκεί μόνος να πληρώση μέγα μουσείον, όπερ έσται το λαμπρότερον των επί του κόσμου, και όπερ καθ’όλους τους επιόντας αιώνας θέλει ελκύει εν Ελλάδι μυριάδας ξένων εκ πάσης χώρας…».
Αυτά τα ενθουσιώδη έγραψε ο Ερρικός Σλήμαν στον βασιλέα Γεώργιο Α’ όταν ανακάλυψε τους πολύχρυσους τάφους των Μυκηνών & πράγματι το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι ένα από τα πιο σημαντικά του κόσμου με μοναδική συλλογή ανεπανάληπτης αρχαίας Τέχνης (βλ. φωτό) -όχι τα περισσεύματα που πουλάνε για μεταξωτές κορδέλες τα ξένα ιδιωτικά μουσεία που κατέχουν καλά το marketing.
Πολλές πλούσιες ώρες πέρασα εκεί τις προάλλες, να με πλημμυρίζει ομορφιά & δέος, αρμονία & κατάνυξη. Και στενοχώρια. Που το Μουσείο μας είναι σαν το Taj Mahal σε μια χεσμένη απ’ άκρη σ’ άκρη Ινδία. Σαν το μουσείο του Καΐρου, ένας πανανθρώπινος πολιτιστικός θησαυρός να δίνει ένα κομμάτι ψωμί στη φτωχομάνα Αίγυπτο. «Πόσο controversy (αντίθεση) ανάμεσα στο μέσα & στο έξω» άκουσα να συζητούν οι Αμερικάνοι δίπλα μου, που για να φτάσουν στην καλοστημένη έκθεση «Οι Αμέτρητες Όψεις του Ωραίου» έπρεπε να περάσουν τη Σκύλλα & τη Χάρυβδη, τους Λαιστρυγόνες & τους Κύκλωπες της ασχήμιας, της εγκατάλειψης, της βρομιάς, της παρακμής, της κιτσαρίας, της αναρχίας, της παρανομίας, της επικινδυνότητας που έχει απλωθεί σε όλο το κέντρο της Αθήνας, της αγαπημένης μας πόλης. Πόσο ντράπηκα θεέ μου, πόσο ντράπηκα…